α. Ο αττικισμός
Κατά την ρωμαϊκή περίοδο και όταν ακόμη η ελληνική γλώσσα ήταν διεθνής (προς το τέλος του 1ου αι. μ.Χ.) εμφανίζονται μερικοί Έλληνες συγγραφείς, ρήτορες κ.α. που δε γράφουν την γλώσσα της εποχής, αλλά την γλώσσα των αττικών συγγραφέων της κλασσικής εποχής. Στην ενέργειά τους αυτή παρακινούνται όχι μόνο από την πίστη τους στην ανωτερότητα της αττικής διαλέκτου, αλλά και από την αντίληψη τους ότι η ελληνική γλώσσα της εποχής τους έχει αλωθεί από βαρβαρισμούς (ξένες λέξεις, ιδιώματα κ.τ.λ. λόγω άγνοιας ή ξεπεσμού), και γι’ αυτό δεν πρέπει να γράφεται. Το κίνημα αυτό ονομάστηκε αττικισμός και οι συγγραφείς που έχουν ως ιδανικό πρότυπό τους την αττική διάλεκτο αττικιστές. Κριτήριο ορθής χρήσης θεωρείται το αν μια λέξη ή ένας τύπος της βρίσκεται στα κείμενα των αττικών συγγραφέων του 5ου και 4ου αι. π.Χ. και όχι το αν χρησιμοποιείται στην γλώσσα της εποχής.
Συνέπεια του αττικισμού ήταν να δημιουργηθεί διγλωσσία, δηλ. η χρησιμοποίηση δυο διαφορετικών γλωσσικών μορφών, της μιας (της αρχαΐζουσας) στο γραπτό κυρίως λόγο και η άλλη (της λαϊκής) στον προφορικό κυρίως λόγο, που θα συνεχιστεί μέχρι το 1976, όταν καθιερώθηκε επίσημα η Δημοτική γλώσσα.
Σημαντικότεροι πρώτοι αττικιστές ήσαν: ο Διονύσιος Αλικαρνασεύς, ο Λουκιανός, ο Πλούταρχος και ο Αρριανός.
β. Η καθαρεύουσα
Η καθαρεύουσα είναι η γλώσσα που πρωτοεμφανίζεται στο χρόνια της τουρκοκρατίας σαν συμβιβαστική λύση ανάμεσα στον αττικισμό της βυζαντινής περιόδου και στην ομιλούμενη γλώσσα.
Η καθαρεύουσα γλώσσα παρουσιάζεται άλλοτε να πλησιάζει πιο κοντά την αρχαία ελληνική, και τότε ονομάζεται αρχαΐζουσα ή άκρατος ή αυστηρή καθαρεύουσα, και άλλοτε πιο κοντά την νέα ελληνική (την ομιλούμενη), και τότε ονομάζεται απλοποιημένη ή απλή καθαρεύουσα.
Οι καθαρευουσιάνοι, όπως και οι αττικιστές, ξεκινούν από την αντίληψη ότι η ομιλούμενη γλώσσα της εποχής τους είναι βάρβαρη και χυδαία, ιδιωματική και μορφολογικά ανομοιογενής (δηλ. ότι έχει πάρα πολλές ξένες λέξεις, πάρα πολλά ιδιώματα, παρά πολλές καταλήξεις, άλλες ελληνικές και άλλες ξένες, κ.τ.λ.) και έτσι δεν είναι σε θέση να εκφράσει απλά και ξεκάθαρα την τέχνη και την επιστήμη. Μπρος σ’ αυτό ο κύριος σκοπός τους ήταν ο πλήρης εξελληνισμός του λεξιλογίου και της κλίσης του, κάτι που πέτυχαν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ξένες λέξεις που αντικαταστάθηκαν εξ αιτίας τους:
ιταλικά: γαζέτα, σπετσαρία, ρετσέτα, μπαρμπέρης..
ελληνικά: εφημερίδα, φαρμακείο, συνταγή, κουρέας..
τούρκικα: αμανάτι, μεϊντάνι, νταμάρι, πεχλιβάνης, τεμπεσίρι, τζαμπάζης..
ελληνικά: ενέχυρο, αγορά, λατομείο, παλαιστής, κιμωλία, ζωέμπορος..
γ. Η δημοτική
Δημοτική είναι η γλώσσα που μιλούν σήμερα οι Έλληνες. Ονομάζεται έτσι, επειδή είναι (παν)δημοτική, σ' αντίθεση με την καθαρεύουσα που δεν ήταν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου