Υπερχρονική απάντηση των κλασικών στην παγκοσμιοποίηση και τον πολυπολιτισμό
Στεφ. Μυτιληναίου
Τον τελευταίο καιρό πολύς είναι ο λόγος που γίνεται σχετικά με την παγκοσμιοποίηση και τις λεγόμενες «πολυπολιτισμικές» κοινωνίες που αναγκαία θα προκύψουν ως συνέπεια αυτής. Και είναι κάποιοι διανοούμενοι οι οποίοι, ενώ από τη μία εμφανίζονται ως πολέμιοι της παγκοσμιοποίησης, από την άλλη οι ίδιοι είναι οι θερμότεροι υποστηρικτές των «πολυπολιτισμικών» κοινωνιών, στις οποίες λαοί και έθνη εντελώς διάφορα και ξένα μεταξύ τους θα συμβιώνουν στο μέλλον αρμονικά.
Ωστόσο οι περισσότεροι από εκεί νους που εκφράζουν αυτές τις απόψεις δεν τις θεμελιώνουν με στοιχειώδη ιστορική γνώση γύρω από το θέμα, εφόσον η παγκοσμιοποίηση δεν είναι ένα φαινόμενο πρωτοφανές στην ιστορία της ανθρωπότητας. Έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν στο πλαίσιο της ρωμαϊκής κοσμοκρατορίας. Βεβαίως, ενώ τα μεγέθη είναι ανάλογα των εποχών, οι πληροφορίες που αντλούμε μέσα από τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας είναι αρκούντως προειδοποιητικές για το τι μας περιμένει.
Όπως θα δούμε και στη συνέχεια, οι κλασικοί Έλληνες τοποθέτησαν τα πράγματα στη λογική και πραγματική τους βάση έχοντας υπόψη τους πάνω απ’ όλα τις αδυναμίες της απαίδευτης ανθρώπινης φύσης, οι οποίες συνήθως προκαλούν παρανοήσεις, φοβίες, φανατισμούς και παρεξηγήσεις, που μοιραία με τη σειρά τους οδηγούν σε φυλετικές συγκρούσεις.
Τι συμβολίζει η ελληνική αντίσταση στον Περσικό εξουσιασμό
«Πραγματικά, όταν λέμε ότι οι Έλληνες απέκρουσαν τον εχθρό, δεν μιλάμε
σωστά. "Αν δεν υπήρχε η κοινή απόφαση Αθηναίων και Σπαρτιατών να αντι-
σταθούν στον κίνδυνο τής δουλείας, θα είχαμε τώρα ολοκληρωτική επιμειξία
ανάμεσα σε όλες τις ελληνικές φυλές αλλά κι ανάμεσα σε Έλληνες και βαρβά-
ρους - και το αντίστροφο. Αυτό ακριβώς είχε γίνει ανάμεσα στους λαούς, που
είναι σήμερα υπόδουλοι στους Πέρσες, οι διάφορες φυλές διασπάστηκαν και
μετά ανακατεύτηκαν με τις άλλες, σχηματίζοντας νέες κοινότητες».
(Πλάτων, «Νόμοι», 693α).
Οι Έλληνες λοιπόν αντιστάθηκαν στη δουλεία, η οποία μεταξύ άλλων δεινών θα έφερνε και την πλήρη απώλεια της εθνικής τους συνείδησης. Μόνος δρόμος, όπως έδειξαν με το παράδειγμά τους οί Έλληνες, είναι η αντίσταση σε μια τέτοια πολιτισμική καταστροφή.
Οι αρχαίοι φιλόσοφοι μιλούν για τη σύνθεση της κοινωνίας
Ο Πλάτων και ο επηρεασμένος από τις πλατωνικές θέσεις Πλούταρχος δείχνουν την αντίθεσή τους προς το μοντέλο των πολυπολιτισμικών πόλεων. Το θεωρούν καταδικασμένο εξ αρχής και αδιέξοδο για όποιον επιχειρήσει να το εφαρμόσει. Οι μαρτυρίες των δύο φιλοσόφων είναι σημαντικότατες, διότι, ενώ απέχουν μεταξύ τους περίπου πέντε αιώνες, βλέπουμε να υποστηρίζουν - κατ’ αναλογίαν - τα ίδια τα οποία έχουν απήχηση και στην εποχή μας, πράγμα που σημαίνει ότι η ανθρώπινη φύση και οι κοινωνίες έχουν παραμείνει αμετάβλητες στις βασικές τους δομές ανεξάρτητα από τις εποχές.
Ο Πλάτων, αναφερόμενος στις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που προηγούνται της ίδρυσης μιας πόλης, γράφει χαρακτηριστικά για το αρνητικό ενδεχόμενο οι υποψήφιοι πολίτες να προέρχονται από διαφορετικού πολιτιστικού επιπέδου πόλεις, ακόμα και αν είναι όλοι Έλληνες. Ας μην λησμονούμε ότι κατά την εποχή του Πλάτωνα, αλλά και σήμερα ακόμα, οι κατά τόπους Έλληνες πέρα από την κοινή εθνική συνείδηση και τις πανελλήνιες συνήθειες που τους συνδέουν έχουν και τα ιδιαίτερα τοπικά τους έθιμα και αντιλήψεις, που πολλές φορές δεν συμβαδίζουν με τα έθιμα και τις συνήθειες άλλων περιοχών της Ελλάδας.
«Τότε δεν θα είναι εύκολο για τις Κρητικές πόλεις να ιδρύσουν την αποικία τους. Γιατί οι άποικοι δεν έχουν την ενότητα ενός σμήνους μελισσών, δεν είναι λαός από μία συγκεκριμένη περιοχή με αμοιβαίες καλές διαθέσεις ανάμεσα σ’ αυτούς που μένουν πίσω και σ’ εκείνους που φεύγουν αναγκασμένοι από τη στενότητα του χώρου ή από άλλες παρόμοιες δυσκολίες. Μερικές φορές ένα μέρος της πόλης, διωγμένο από εμφύλιους σπαραγμούς, αναγκάζεται να φύγει και να πάει σε άλλο τόπο. Σε κάποια περίπτωση μετανάστευσε ολόκληρη η πόλη, όταν νικήθηκε από ισχυρότερους αντιπάλους. Μ’ αυτές τις συνθήκες άλλοτε είναι σχετικά εύκολο και άλλοτε μάλλον δύσκολο να ιδρυθεί μία πόλη και να θεσπιστούν οι νόμοι της. Όταν ένας λαός μιλάει την ίδια γλώσσα και υπακούει στους ίδιους νόμους, δημιουργείται ένα συναίσθημα αδελφοσύνης, αφού όλοι κάνουν τις ίδιες θρησκευτικές και άλλες τελετές. (...) Απ’ το άλλο μέρος τα άτομα που έχουν συγκεντρωθεί από διάφορες περιοχές ίσως να φανούν περισσότερο πρόθυμα να υπακούσουν σε ένα νομικό κώδικα, αλλά θα χρειαστεί πολύς καιρός, για να αποκτήσουν σύμπνοια, όπως τα άλογα που είναι ζεμένα μαζί»
( «Νόμοι» 708 bd).
Σημειώνουμε ότι ο Πλάτων αναγνωρίζει τις παραπάνω δυσκολίες για τη σωστή λειτουργία μιας πόλης - κράτους έχοντας στο νου του σύνθεση πληθυσμού από διαφορετικά μέρη της 'Ελλάδας, δηλαδή με διαφορετικά έθιμα, τοπικές παραδόσεις, ηθικές αντιλήψεις της καθημερινότητας κ.λπ.
Και φυσικά είχε δίκιο. Όποιος μελετήσει τις κοινωνικές δομές της σημερινής Αθήνας, ή οποία μετατράπηκε σε ένα χωνευτήρι των Ελλήνων, μπορεί με άνεση να διαπίστωση ότι στη μεγαλούπολη του Ελληνισμού έχουν πλέον πλήρως χαθεί όχι μόνο τα τοπικά παραδοσιακά ήθη και τα έθιμα της ίδιας της πόλης των Αθηνών αλλά και των υπολοίπων Ελλήνων πού ήρθαν να κατοικήσουν σε αυτήν. Επίσης ή συγκέντρωση πληθυσμού με διαφορετικές νοοτροπίες εντός του λεκανοπεδίου αλλοίωσε και τους ίδιους τους πολίτες. Βεβαίως το γεγονός ότι μέχρι πριν μία δεκαετία ό πληθυσμός της Αθήνας ήταν τουλάχιστον αμιγώς ελληνικός είχε περιορίσει την πολιτισμική αλλαγή, εφόσον τα πανελλήνια έθιμα είχαν παραμείνει αλώβητα, αλλά υπήρχε και ή κοινή εθνική συνείδηση μεταξύ των πολιτών ως ένας ισχυρότατος συνδετικός κρίκος.
Τι συμβαίνει όμως, όταν σε μία πόλη αρχίζουν και έρχονται επί ίσοις όροις αλλοεθνείς; Ό Πλούταρχος, πού έζησε κατά τα ρωμαϊκά χρόνια και είχε γνωρίσει τις πόλεις του ρωμαϊκού «imperium», εντός των οποίων ζούσαν άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη και τα έθνη της αυτοκρατορίας, εφαρμόζοντας τις θέσεις του Πλάτωνα στη σύγχρονη του πραγματικότητα καταλήγει στο παρακάτω πόρισμα:
«Οι πολλές και πoικίλες ποιότητες, πού περικλείουν αντιθέσεις και είναι δύσκολο να τις δαμάσεις, καταστρέφονται, προτού βρεθούν μαζί, εφόσον, όπως σε πόλη με ανθρώπους μιγάδες που έχουν συγκεντρωθεί από παντού, δεν είναι εύκολο να φτάσουν σε κατάσταση ενότητας και ομοιοπάθειας, αλλά κάθε μία τραβάει προς αυτό που της είναι οικείο και είναι δύσκολο να συνδυαστεί με το αλλόφυλο».
(«Συμποσιακά», Δ', Πρόβλημα α', 661 C).
Πόσο δίκιο είχε πράγματι ο Πλούταρχος. Όσα περιγράφει τα ζούμε πλέον και στις μεγάλες πόλεις της πατρίδας μας, ενώ πολύ πριν από εδώ τα ίδια συνέβησαν στις πρωτεύουσες των δυτικών χωρών. Εκεί μπορεί να δη κανείς ότι οι διάφορες εθνότητες μόνο τυπικά συνυπάρχουν, εφόσον τα «γκέττο» (οι γειτονιές), στα όποια συσπειρώνονται οι ομοεθνείς, είναι ο μόνιμος τρόπος πού επιλέγουν οι έχοντες κοινή καταγωγή, για να συμβιώσουν εντός της ίδιας πόλης με αλλόφυλους. Οι λεγόμενες «Τσαινατάουν» (κινεζικές πόλεις - συνοικίες), τα εβραϊκά γκέττο αλλά και οι ελληνικές συνοικίες σε Ευρώπη και Η.Π.Α. είναι η καλύτερη απόδειξη.
Συχνά τα γκέττο συγκρούονται μεταξύ τους όπως στις Η.Π.Α., οπού οι Πορτορικανοί ανοίγουν συχνά πόλεμο με τους Νέγρους ή τους Μεξικανούς ή τους Κουβανούς, με τον νόμο να μην μπορεί να επιβληθεί στις περιοχές πού ελέγχουν και την κρατική εξουσία να έχει δώσει τη θέση της στις ένοπλες συμμορίες με τους εμπόρους ναρκωτικών ως Οπλαρχηγούς τους. Μάλιστα οι άγριες φυλετικές συγκρούσεις μεταξύ των εθνοτήτων των Η.Π.Α., όπου Ολόκληρες συνοικίες μετατρέπονται σε πεδία μάχης, αποδεικνύουν ότι είναι αδύνατον να ύπαρξη αρμονική συμβίωση μεταξύ ανθρώπων πού νιώθουν, αλλά και είναι, ξένοι μεταξύ τους.
Την ίδια ώρα στη Βρετανία οι Πακιστανοί, όπου είναι πληθυσμιακή πλειοψηφία και οι Άγγλοι μειονότητα, όπως συμβαίνει στην πόλη του Μπράντφορντ, επιδίδονται σε καθημερινούς βιασμούς νεαρών λευκών κοριτσιών και γυναικών, επειδή ή «κουλτούρα» τους τους απαγορεύει να έχουν ολοκληρωμένη σχέση με ομόφυλη πριν το γάμο, πράγμα πού δεν ισχύει φυσικά για τις λευκές, τις όποιες αντιμετωπίζουν ως ξένες· και ως τέτοιες τις θέτουν εκτός των ηθικών κανόνων πού τους δεσμεύουν με τις όμοιες τους. Επίσης στον αμερικανικό νότο συχνά οι λευκοί «διασκεδάζουν» καίγοντας νέγρους, διότι δεν τους θεωρούν ανθρώπους.
Αυτή είναι ή πραγματικότητα. Οι αρχαίοι Έλληνες την είχαν επισημάνει, αλλά κανείς δεν τους άκουσε. Οι αρχαίοι φιλόσοφοι γνώριζαν ότι εξαιτίας της έλλειψης ουσιαστικής παιδείας, πού σε όλες τις εποχές καταδυναστεύει περισσότερο ή λιγότερο τις λαϊκές μάζες, είναι πολύ δύσκολο να συμβιώσουν αρμονικά ομάδες ανθρώπων πού δεν αισθάνονται ομόφυλοι ή ομοεθνείς.
Επίσης πολύ συχνά τον τελευταίο καιρό ακούμε ως επιχείρημα ότι εξαιτίας της υπογεννητικότητας πού υπάρχει στους Έλληνες ήταν λύση ανάγκης το να έλθουν αλλοδαποί στην Ελλάδα. Ο Πλάτων έχει άποψη για το θέμα αυτό εντελώς διαφορετική από το επιχείρημα - δικαιολογία πού μόλις αναφέραμε: εξηγεί ότι η εισαγωγή ξένων στην πόλη, για να αντιμετωπισθεί η έλλειψη πληθυσμού, αν δεν συνοδεύεται από την κατάλληλη εκπαίδευση στο σύστημα αξιών της πόλης, θα αποβεί μοιραία:
«Αν όμως ο πληθυσμός ελαττωθεί από επιδημίες ή από πόλεμο και πέσει) κάτω από τον επιθυμητό αριθμό, δεν πρέπει να φέρνουμε στην πόλη ξένους πολίτες πού δεν έχουν εκπαιδευθεί με το σωστό τρόπο»
(«Νόμοι» 741α).
Την προειδοποίηση του Πλάτωνα κανείς δεν την πήρε στα σοβαρά, όταν προ ετών άνοιξαν τα σύνορα με την Αλβανία. Έτσι, την ίδια ώρα πού οι Έλληνες λειτουργούσαν σύμφωνα με τις πανάρχαιες αρχές της φιλοξενίας και άνοιγαν τα σπίτια τους στα ακριτικά χωριά, για να υποδεχθούν τους Αλβανούς λαθρομετανάστες, οι νεοφερμένοι, φορείς άλλης αντίληψης, πού θέλει όποιο σπίτι ξεκλείδωτο υποψήφιο για «πλιάτσικο», έπραξαν ανάλογα με τον τρόπο πού είχαν μάθει να σκέφτονται και να λειτουργούν στη χώρα τους: Κατάκλεψαν εκείνους πού τους υποδέχτηκαν με ανοικτές τις αγκαλιές! Στο τελευταίο δεν τίθεται ζήτημα καλών Ελλήνων και κακών Αλβανών. Πρόκειται για τη σύγκρουση δύο κοινωνιών πού είχαν διαφορετικές αξίες και αποκωδικοποιούσαν εντελώς αλλιώς τα γεγονότα.
Η πρόταση Σωκράτη: «Πολίτης του Κόσμου»
Ωστόσο οι Έλληνες, όντας λαός ναυτικός και ανήσυχος, από νωρίς βρέθηκαν να περιπλανώνται σε χώρες ξένες, μακριά από τις πατρίδες τους. Αποτέλεσμα των περιπλανήσεων τους ήταν και ή ίδρυση αποικιών σε όλο τον κόσμο. Εκεί, στις αποικίες, έμαθαν να συνυπάρχουν με τους ντόπιους λαούς. Εντός των πόλεων τους οι Έλληνες σπάνια επέτρεπαν τη συμβίωση με τους αλλοδαπούς, εκτός αν γινόταν αποδεκτή από τους ξένους ή ελληνική παιδεία, Οπότε τότε δεν είχαν κανένα πρόβλημα, αν και πάλι σπάνια τους παραχωρούσαν πολιτικά δικαιώματα.
Η παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων σε ξένο εθεωρείτο στις πόλεις - κράτη των Ελλήνων ως ή υπέρτατη τιμή, και ήταν κάτι πού συνέβαινε σπάνια.
Ήταν δε τόσο σχολαστικοί με τα πολιτικά δικαιώματα, ώστε για παράδειγμα Αθηναίος πολίτης μπορούσε να είναι μόνο όποιος είχε και τους δύο γονείς του Αθηναίους. Τηρούσαν με ευσέβεια αυτή τη νομοθεσία, όχι γιατί ήταν ρατσιστές, αλλά γιατί θεωρούσαν ότι μία πόλη έχει δικό της πολιτικό πολιτισμό και, για να κυβερνηθεί) σωστά, πρέπει οι πολίτες της να έχουν κοινή νοοτροπία, δοκιμασμένη μέσα από πολλές γενιές. Έξαλλου αν οι Έλληνες ήταν ξενόφοβοι, δεν θα είχαν αναγορεύσει τη φιλοξενία σε υπέρτατο αγαθό που τελούσε υπό την αιγίδα του Διός (Ξένιος Ζευς).
Κατά τα ελληνιστικά χρόνια όμως και τα ρωμαϊκά πού ακολούθησαν ό ελληνικός πολιτικός τρόπος οργάνωσης (πόλη - κράτος) παραχώρησε τη θέση του στις μεγάλες πολυεθνικές αυτοκρατορίες. Οι Έλληνες πολύ πιθανό να αφομοιώνονταν μέσα στην κοσμοπλημμύρα των βαρβάρων, αν δεν οχυρώνονταν με την ελληνική παιδεία, τη φιλοσοφία τους και τον πολιτισμό τους. Κατάφεραν έτσι όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και σύντομα να επιβάλουν τον ελληνικό τρόπο ζωής και σκέψης ως χαρακτηριστικό γνώρισμα του μορφωμένου και πνευματικά ανώτερου ανθρώπου. Έτσι από πολίτες εξελίχτηκαν σε κοσμοπολίτες.
Ό Πλούταρχος έχει γράψει σχετικά:
«Ό άνθρωπος, όπως λέει ο Πλάτων, «δεν είναι φυτό της γης» ούτε ακίνητο «άλλα ουράνιο», οπού σαν άλλη ρίζα ή κεφαλή κρατάει το σώμα όρθιο, στραμμένο προς τον ουρανό. Επομένως εύστοχα είπε ό Ηρακλής:»"Αργείος ή Θηβαίος, αφού δεν καυχιέμαι ότι ανήκω σε μία πόλη· όλα τα οχυρά των Ελλήνων είναι για μένα πατρίδα».
«Ο Σωκράτης το είπε ακόμα πιο εύστοχα, λέγοντας πως δεν είναι Αθηναίος ούτε Έλληνας πολίτης, αλλά πολίτης του κόσμου».
(«Περί Φυγής», 600 F)
Στην εποχή μας τις ίδιες ελληνικές αρχές του πολιτισμού και της παγκόσμιας συνεργασίας υπό τον όρο «παγκόσμιες αρχές» εξέφρασε και ο μύστης ποιητής μας Άγγελος Σικελιανός, ο οποίος διαδήλωνε την πεποίθηση του, ότι «υπάρχουν και σήμερα σε όλα. τα έθνη άνθρωποι, που έχουν μία καθαρή εικόνα του τι σημαίνουν αυτές οι αρχές: αυτοί πού βλέπουν καθαρά πέρα από δογματισμούς την εσώτερη αλήθεια και ενότητα...». (Εύα Πάλμερ Σικελιανοϋ, «Ιερός Πανικός», σελίδες 78-79, εκδόσεις Εξάντας).
Σε αυτό πού διαφέρει ο Ελληνισμός ως κοσμοθεωρία από τις υπόλοιπες φιλοσοφίες και ιδεολογίες είναι ότι αφενός μεν μέσα από τα αρχαία κείμενα μας προειδοποιεί για τα επερχόμενα δεινά πού θα οφείλονται - όπως πάντα εξάλλου - στην ανθρώπινη άγνοια, απαιδευσία ή αλαζονεία, αφετέρου μας αντιπροτείνει και τους τρόπους, για να προλάβουμε τα χειρότερα.
Η ελληνικότητα, πού συνέλαβε τότε και ανέλυσε το πρόβλημα, με άλλα λόγια ή ελευθερία στο σκέπτεσθαι, χωρίς εξουσιαστικές σκοπιμότητες, είναι ή βάση πού μπορεί να δώσει και πάλι μία βιώσιμη πρόταση στο αίνιγμα «πολυπολιτισμός» - «παγκοσμιοποίηση».
ΔΑΥΛΟΣ , Τεύχ. 238, Οκτώβριος 2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου