Ποτέ ξανά κίτρινα δόντια

Κυριακή 6 Ιουνίου 2010

ΝΕΑ ΙΣΤΟΡΙΑ (από τον Κωνσταντίνο Πλεύρη)

Ο Κωνσταντίνος Πλεύρης απαντά σε Δραγώνα και Διαμαντοπούλου.

Επιθυμών να συμβάλλω στη νέα κατεύθυνσι του σχολικού βιβλίου ιστορίας με σκοπό να αμβλυνθούν οι Ελληνικές ακρότητες για τους Τούρκους, στα πλαίσια της συνεργασίας μεταξύ των δύο λαών, σας αποστέλλω ωρισμένας γενικάς απόψεις μου.

Ας αρχίσουμε από το 1453.

Εκείνη την εποχή παρουσιάσθηκαν στην πρωτεύουσα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας οι Τούρκοι. Αυτοί ήσαν ανέκαθεν ένας ειρηνικός και φιλήσυχος λαός. Βασική απασχόλησίς τους ήσαν τα γράμματα και οι τέχνες. Η συμβολή τους στον ανθρώπινο πολιτισμό υπήρξε και παραμένει σημαντική. Αν δεν υπήρχαν οι Τούρκοι, δεν θα είχαμε φιλοσοφία, γλυπτική, αρχιτεκτονική, αθλητισμό κ.τ.λ.

Μεγάλοι Τούρκοι διέπρεψαν επίσης στην λογοτεχνία. Μεγάλοι Τούρκοι τραγικοί ήσαν Μεχμετύλος, ο Μουσταφλής, ο Χασανίδης κ.ά. Σπουδαία υπήρξε προσέτι η συμβολή των Τούρκων στις επιστήμες, όπως στα μαθηματικά, στην γεωμετρία, στην ιατρική κ.τ.λ. Επιφανέστερος Τούρκος ιατρός, που από πολλούς θεωρείται ιδρυτής της ιατρικής ήταν ο Αχμετλιός και φυσικά πρέπει να αναφέρουμε, ότι απ' όπου επέρασαν οι Τούρκοι άφησαν απαράμιλλα δείγματα του πολιτισμού τους, όπως θέατρα, στάδια, βιβλιοθήκας κ.τ.λ. Βέβαια και οι Έλληνες έκτισαν δύο - τρία
θέατρα, όπως της Εφέσου, που όμως δεν συγκρίνεται με τα τουρκικά και δι' αυτό οι Τούρκοι εκεί δεν δίδουν παραστάσεις δραμάτων, αλλά οργανώνουν καμηλοδρομίες. Αξιοσημείωτα είναι και τα ήθη των Τούρκων, τα οποία χαρακτηρίζονται από αγάπη προς τον συνάνθρωπο, πραότητα, καλωσύνη, με συνέπεια να επικρατήση η φράσις «έγινε Τούρκος», που σημαίνει ευγενέστατη συμπεριφορά.

Ένας τέτοιος ανώτερος λαός δεν μπορούσε να περάση απαρατήρητος από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Μόλις τους είδε, αναχώρησε από τα φτωχά ανάκτορά του και επισκέφθηκε την πλούσια σκηνή του Μωάμεθ. Με επιμονή του ζήτησε να τον φιλοξενήση στην Πόλη και στην Ελλάδα. Ήταν μία μοναδική ευκαιρία να εκπολιτισθούν οι Έλληνες, από την επαφή τους, με τους Τούρκους. Ο Μωάμεθ στην αρχή δεν ήθελε, διότι εφοβείτο μήπως οι Τούρκοι, που θα εγκατασταθούν στις Ελληνικές πόλεις, χάνουν τα πνευματικά τους ενδιαφέροντα. Τελικά,
υπεχώρησε και αποφάσισε να παραμείνουν στις Ελληνικές χώρες όχι για πολύ καιρό μόνο για τετρακόσια χρόνια.

Τις άριστες σχέσεις Ελλήνων-Τούρκων διαταράξανε κάποιοι Έλληνες ακραίοι. Αυτοί ήσαν διάφοροι ξενοφοβικοί και ρατσιστές, όπως ο Ρήγας που κυκλοφόρησε μάλιστα και βιβλίο («Θούριος») στο οποίο προσέβαλε τους Τούρκους ως Έθνος και διέγειρε φυλετική διάκρισι και μίσος κατά των Τούρκων. Ευτυχώς, οι εκπρόσωποι ενός Παρατηρητηρίου συμφωνιών εμήνυσαν τον Ρήγα για ρατσισμό κ.τ.λ. Τελικά, τον σκότωσαν, διότι τότε λειτουργούσε η υπέροχη οθωμανική δικαιοσύνη, όχι όπως τώρα, που οι ρατσιστές αθωώνονται.

Ζούσαμε αγαπημένοι...

Έτσι, φθάνουμε στο 1821. Τότε, αρκετά τυχοδιωκτικά ακραία στοιχεία σαν τους Κολοκοτρώνη, Καραϊσκάκη, Νικηταρά κ.τ.λ. μαζί με φασιστικές ομάδες της εποχής βιαιοπραγούσαν εναντίον των φιλησύχων Τούρκων και τους ζητούσαν να φύγουν από την Ελλάδα, στην οποίαν τόσα πολλά προσφέρανε. Οι Τούρκοι, εκ φύσεως ήπιοι χαρακτήρες, αποφάσισαν να φύγουν. Αλλά συνάντησαν την αντίδρασι του Ελληνικού λαού, που ξεχύθηκε στους δρόμους για να τους εμποδίση, διότι ο Ελληνικός λαός αγαπούσε βαθειά τους Τούρκους και τους ευγνωμονούσε για την ευημερία
των Ελλήνων.

Μεγάλοι ιστορικοί, όπως ο Ισμέτ Σκατά, περιγράφουν συγκινητικές στιγμές αποχωρισμού Ελλήνων-Τούρκων. Στην Ήπειρο οι κάτοικοι δεν άντεχαν τον χωρισμό και γνωρίζουμε όλοι, ότι πολλές γυναίκες του Ζαλόγγου πέσανε στον γκρεμό, διότι δεν είχε νόημα η ζωή τους δίχως Τούρκους. Στο Μεσολόγγι οι Έλληνες προσφέρανε τα σπίτια τους στους Τούρκους για να μείνουν και κάποιοι να φύγουν. Είναι η γνωστή έξοδος του Μεσολογγίου. Ωστόσον, οι ακραίοι, φασίστες, ακροδεξιοί, ρατσιστές, αντισημίτες κ.ά. δημιουργούσαν συνεχώς προβλήματα με τον
εθνικισμό και τον φανατισμό τους. Μάλιστα, ένας - αν δεν με απατά η μνήμη λεγότανε Αθανάσιος Διάκος - σ' επίδειξι ρατσισμού και εθνικισμού καυχιότανε, ότι «Γραικός γεννήθηκα και γραικός θα πεθάνω».

Αφού οι Τούρκοι είδαν, ότι υπήρχαν Έλληνες που δεν τους θέλουν, σηκώθηκαν και έφυγαν. Όμως, οι ακραίοι δεν ησυχάσανε. Υποδαυλίσανε επαναστάσεις και το 1912 ανάγκασαν τους Τούρκους να φύγουν και από την υπόλοιπη Ελλάδα. Και πάλι, οι εθνικιστές με τον φανατισμό που τους διέκρινε, εκστρατεύσανε εναντίον των Τούρκων στην Μικρά Ασία. Τελικά, το 1922 οι Τούρκοι με διπλωματικότητα και αβρότητα έπεισαν τους Έλληνες να αποχωρήσουν από την Μικρά Ασία. Τους διευκόλυναν να φύγουν από την Σμύρνη, αλλ' εκείνη την ημέρα απεργούσαν οι ναυτικοί
και έγινε συνωστισμός στην παραλία.

Από τότε, Έλληνες και Τούρκοι γείτονες και φίλοι, ζουν αγαπημένοι, ο ένας δίπλα στον άλλο. Μπορεί κάποιοι ακραίοι να φωνάζουν, αλλ' έχομεν την Διαμαντοπούλου, την Ρεπούση, την Δραγώνα, τον Ηρακλείδη, τον Φούφουτο κ.τ.λ. και προ παντός τον πρωθυπουργό μας, που σαν νέος Παλαιολόγος καλεί τους Τούρκους να έλθουν στην Χώρα, να φέρουν τον λαμπρό πολιτισμό τους, τα ήθη και έθιμά τους. Καθήκον των νέων γενεών είναι να φροντίσουν να αναπτυχθούν στενές σχέσεις Ελλάδος -Τουρκίας. Να αγαπάμε τους Τούρκους, διότι αλλοιώς δεν θα διαλυθή η
Ελλάς.

ΚΟΙΝ: καν Διαμαντοπούλου
Λέσχη Μπίλντερμπεργκ

Κατοχικό Δάνειο: Μιά Άγνωστη Αλήθεια

Α. ΤΟ ΔΑΝΕΙΟ
Το Βερολίνο προκειμένου να αντιμετωπίσει τους στρατιωτικούς και στρατηγικούς του στόχους στην ευρύτερη ελληνική περιοχή, Λιβύη-Μ. Ανατολή-Βαλκάνια, είχε υποχρεώσει την Ελλάδα να κεφαλαιοδοτεί και να
συντηρεί τα στρατεύματα που στάθμευαν σ'αυτήν και είχαν πεδίο δράσης την ευρύτερη περιοχή της. Αυτά ήταν υπερπολλαπλάσια από εκείνα των στρατευμάτων κατοχής. Επιπλέον η Ελλάδα ανεφοδίαζε με τρόφιμα το μέτωπο της Λιβύης.
Στόχος των στρατευμάτων αυτών ήταν τα πετρέλαια της Λιβύης-Μ.
Ανατολής και η ενίσχυση της άμυνας των Βαλκανίων. Από τα τελευταία εξασφάλιζε στην πολεμική του βιομηχανία το 20% του αντιμονίου, το 50% των ορυκτελαίων, το 60% του βωξίτη και το 100% του νικελίου. Την ίδια στιγμή για τους συμμάχους η μοναδική πύλη των Βαλκανίων ήταν και παρέμενε η Ελλάδα.
Λόγω αυτών, η γερμανική απαίτηση για υψηλή κεφαλαιοδότηση από την Ελλάδα ήταν ανελαστική και είχε προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις ακόμα και της κατοχικής κυβέρνησης Τσολάκογλου που απειλούσε με παραίτηση. Παράλληλα ο Μουσολίνι όπως και ο Γερμανός πληρεξούσιος για την Ελλάδα, Γκύντερ Αλτενμπουργκ πίεζαν το Βερολίνο να μειώσει τα έξοδα κατοχής για την Ελλάδα.
Το πρόβλημα των μοναδικά υπέρογκων δαπανών κατοχής συνόδευε η "παντός αγαθού" λεηλασία του τόπου, φυσικό επακόλουθο της οποίας ήταν ο λιμός. Ο Αλτενμπουργκ από τις πρώτες ημέρες προειδοποιούσε το Βερολίνο για τον επερχόμενο υποσιτισμό. Παράλληλα ο εκπρόσωπος του Βατικανού, νούτσιος Α. Ρονκάλι, ο μετέπειτα πάπας Ιωάνης ΚΓ', μετά από έρευνες του, διαπίστωνε τριπλασιασμό των θανάτων σε Αθήνα-Πειραιά λόγω λιμού τον χειμώνα 1941-426 και ο Γκαίμπελς σημείωνε στο ημερολόγιό του, ".... η πείνα (στην Ελλάδα) έχει καταστεί ενδημική νόσος. Στους δρόμους της Αθήνας οι άνθρωποι πεθαίνουν κατά χιλιάδες από εξάντληση" . Το πρόβλημα του λιμού καθιστούσε οξύτερο το Λονδίνο που είχε κηρύξει την Ελλάδα σε επισιτιστική καραντίνα για να εξωθήσει τον ελληνικό πληθυσμό προς την αντίσταση.
Η πείνα, η ανομία και τα φιλοαγγλικά αισθήματα γίνονταν τόσο απειλητικά που οι Γερμανοί δεν μπορούσαν να τα αγνοήσουν. Ο υποσιτισμός τους απασχολούσε γιατί υποκινούσε λαϊκές αντιδράσεις και την αντίσταση.
Έτσι οι Δυνάμεις Κατοχής οδηγήθηκαν σε μια αδήριτη πραγματικότητα δύο ανελαστικών και αντικρουομένων απαιτήσεων. Από τη μια η κεφαλαιοδότηση από την  Ελλάδα τον στρατιωτικών επιχειρήσεων του άξονα στην ευρύτερη περιοχή της και από την άλλη η πείνα που οδηγούσε στην εξέγερση και στην αντίσταση.
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος οι Δυνάμεις Κατοχής, τον Οκτώβριο του 1941, θα στείλουν στην Ελλάδα οικονομικούς τεχνοκράτες, δίχως όμως κάποιο αποτέλεσμα. Στη συνέχεια το πρόβλημα θα απασχολήσει και θα λάβει οξύτατη μορφή στην ιταλογερμανική Δημοσιονομική Συνδιάσκεψη εμπειρογνωμόνων, από Ιανουάριο μέχρι Μάρτιο του 1942 στη Ρώμη. Η γερμανική επιμονή για υψηλή κεφαλαιοδότηση από την Ελλάδα οδηγούσε σε αδιέξοδο τη Διάσκεψη.
Τότε ο Ιταλός τραπεζίτης και οικονομικός πληρεξούσιος της Ιταλίας στην Ελλάδα, Ντ'Αγκοστίνι, θα προτείνει τη λύση του δανείου. Δηλαδή οι πέρα από τις δαπάνες κατοχής αναλήψεις να χρεώνονται από την Ελλάδα ως δάνειο προς την Γερμανία και την Ιταλία.

Β. ΤΟ ΔΑΝΕΙΟ
Η σχετική δανειακή συμφωνία θα υπογραφεί στις 14.3.1942 από τους πληρεξούσιους της Γερμανίας και της Ιταλίας στην Ελλάδα, αντίστοιχα Άλτενμπουργκ και Γκίτζι. Η Ελλάδα δεν είχε προσκληθεί και δεν ήταν παρούσα. Στην Ελλάδα την ανακοίνωσε μετά από εννιά μέρες ο Άλτενμπουργκ με την ρηματική διακοίνωση 160/23.3.1942 και ο Γκίτζι με το σημείωμά του Νο4/6406/461/23. 3.1942.
Σύμφωνα μ'αυτήν:
• Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται κατά μήνα να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ. (άρθρο 2).
• Οι αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος (στο εξής ΤΕ), άνω του ποσού αυτού θα χρεώνονται στις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας ως άτοκο, σε δραχμές δάνειο της Ελλάδας προς αυτές (άρθρο 3).
• Η επιστροφή του δανείου θα γινόταν αργότερα (αρθ. 4).
• Η συμφωνία είχε αναδρομική ισχύ από 1.1.1942 (άρθρ. 5).
Η δανειακή σύμβαση αποτελούσε μια συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας που επιβαλλόταν στην Ελλάδα υποχρεωτικά εκτελεστή (αναγκαστική). Οι δανειακές αναλήψεις θα είχαν την μορφή μηνιαίων προκαταβολών, το ύψος και η διάρκεια των οποίων δεν προσδιοριζόταν. Επίσης δεν προσδιοριζόταν πότε θα άρχιζε η εξόφληση του, ενώ προσδιοριζόταν ότι ήταν άτοκο και σε δραχμές.
Με το εμπιστευτικό έγγραφο 409/2.4.1942 ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών έδινε εντολή στην ΤΕ να συμμορφωθεί με τη ρηματική διακοίνωση του Αλτενμπουργκ και να αρχίσει να καταβάλει τις δανειακές προκαταβολές.
Την αρχική αυτή αναγκαστική σύμβαση ακολούθησαν τρεις τροποποιήσεις με κοινή βούληση των συμβαλλομένων. Αυτές μετατρέπουν την αρχική αναγκαστική σύμβαση σε συμβατική. Δηλαδή το δάνειο παύει να είναι αναγκαστικό και μεταπίπτει σε κοινό συμβατικό δάνειο.
Με την πρώτη τροποποίηση (2.12.1942) ορίζεται ότι τα δανειακά ποσά είναι αναπροσαρμοζόμενα και θα αρχίσουν να επιστρέφονται από τον Απρίλιο του 1943 (άρθρο β, παράγραφοι 2 και 3).
Μάλιστα κατέβαλαν και δύο εξοφλητικές δόσεις του δανείου και στη συνέχεια σταμάτησαν την επιστροφή του, οπότε μεταπίπτει σε έντοκο λόγω υπερημερίας. Δηλαδή το δάνειο είχε μετατραπεί σε σταθερού νομίσματος και έντοκο.
Το ύψος του δανείου κατά την ΤΕ ανέρχεται (δίχως τους τόκους) σε 227.940.201 εκ. δολ. το 1944 και κατά τον Αλτενμπουργκ 400 εκ. μετακατοχικά μάρκα. Με τις αναπροσαρμογές και τους τόκους ανέρχεται σε κάποιες δεκάδες δισ. ευρώ.
Επομένως το κατοχικό δάνειο είναι συμβατικό και όχι αναγκαστικό, σταθερού νομίσματος και από τον Απρίλιο του 1943 έντοκο. Αποτελεί συμβατική υποχρέωση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας και όχι επανορθωτική. Ως τέτοια δεν εντάσσεται στη συμφωνία του Λονδίνου 1953 που αναστέλει την καταβολή των επανορθώσεων και αποζημιώσεων.

Γ. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ
Η Ελλάδα στη διάσκεψη των επανορθώσεων του 1945, στη διάσκεψη των Παρισίων το 1946 και στη διάσκεψη των ΥΠΕΞ των τεσσάρων Μ.Δ. το Νοέμβριο του 1947, διαχώρισε το κατοχικό δάνειο από τις επανορθώσεις και ζητούσε την επιστροφή του.
Η Ελλάδα ουδέποτε έπαψε να διεκδικεί το κατοχικό δάνειο .
• Το 1964 με τον Αγγελόπουλο, ως εκπρόσωπο της ελληνικής κυβέρνησης.
• Το 1965 με τον Α. Παπανδρέου.
• Στις ελληνογερμανικές συνομιλίες στην Αθήνα το 1966.
Τότε η Γερμανία πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι του δανείου είχε
παραιτηθεί εγγράφως ο Κ. Καραμανλής. Στη συνέχεια το μετέτρεψε σε προφορική παραίτηση Καραμανλή, πράγμα που διέψευσε ο Κ. Καραμανλής. Τέλος με τη ρηματική της διακοίνωση στις 31.3.1967, η Γερμανία δεχόταν ότι δεν υπήρξε παραίτηση Καραμανλή.
• Το 1974 το ανακίνησε ο Ζολώτας.
• Στις 18.4.1991 το έθεσε ανεπίσημα και προφορικά ο τότε ΥΠΕΞ Α. Σαμαράς στο Γερμανό ομόλογό του.
• Στις 14.11.1995 το έθεσε η Ελλάδα με ρηματική διακοίνωση.
Η Γερμανία σταθερά το απορρίπτει, με τα επιχειρήματα:
• Το δάνειο εντάσσεται στη συμφωνία του Λονδίνου.
• Από το δάνειο παραιτήθηκε ο Κ. Καραμανλής. Το επανέλαβε και μετά το 1990 παρά τη ρηματική διακοίνωση του Μαρτίου 1967.
• Ύστερα από 50 χρόνια δεν μπορεί να εγείρονται τέτοιες απαιτήσεις. (Η Ελλάδα το διεκδικεί από το 1945).
Το μόνο που δηλώνουν αυτά τα επιχειρήματα είναι έλλειψη επιχειρημάτων. Μετά την ενοποίηση της Γερμανίας το 1990 έχει εκλείψει και το τυπικό επιχείρημα που θα μπορούσε να προβληθεί, εκείνο του χωρισμού της Γερμανίας. Επομένως είναι άμεσα διεκδικήσιμο και πολιτικά και συμβατικά (νομικά). Μπορεί να το διεκδικήσει η ελληνική κυβέρνηση, η Τράπεζα της Ελλάδος ή οποιοσδήποτε μέτοχος της (πάνω ενός ορίου μετοχών), όπως και ο ελληνικός λαός μέσω των συντεταγμένων πολιτειακών θεσμών του. Τέλος την ελληνική διεκδίκηση ενισχύει το προηγούμενο της Γιουγκοσλαβίας και της Πολωνίας στις οποίες η ναζιστική Γερμανία είχε επιβάλλει παρόμοια κατοχικά δάνεια και τα οποία μετακατοχικά η τότε Δ. Γερμανία επέστρεψε (αντίστοιχα το 1956 και 1971).
Η σημερινή Γερμανία δεν πρέπει να ξεχνά ότι δανείσθηκε από το ελληνικό κράτος κατά παράβαση του άρθρου 49 της σύμβασης της Χάγης του 1909 και το οποίο ισχύει και σήμερα. Δανείσθηκε από ένα κράτος που η ίδια η ναζιστική Γερμανία είχε χαρακτηρίσει ακατάλυτο και ότι οι ναζί όχι μόνο δεν αμφισβήτησαν ουδέποτε το δάνειο αλλά και άρχισαν την αποπληρωμή του, ενώ και ο καγκελάριος Ερχαρντ, το 1964, είχε δεσμευθεί για την επιστροφή του μετά την επανένωση της Γερμανίας.
Η Γερμανία δεν πρέπει να ξεχνά ότι η γερμανική κατοχή είναι υπόλογος για το οικονομικό ελληνικό ολοκαύτωμα της περιόδου 1940-44. Ενδεικτικά και μόνο είναι υπόλογος για το ότι στην Ελλάδα ο πληθωρισμός αυξήθηκε 15,3 εκατομμύρια φορές και ότι μόνο την Ελλάδα υποχρέωσε η τότε Γερμανία να της καταβάλει πολεμικές αποζημιώσεις. Αυτό το ολοκαύτωμα το αναγνώρισαν οι Ιταλοί : "Η Ελλάδα είναι στημένη σαν λεμόνι", έλεγε ο Γκίτζι. Αποκορύφωμα ο Μουσολίνι, που έλεγε ότι "... οι Γερμανοί άρπαξαν από τους Έλληνες ακόμα και τα κορδόνια των παπουτσιών τους...". Αλλά και ο Γερμανός Υπ. Οικονομίας, Φουνκ, τον Ιούνιο του 1943 έγραφε σε άρθρο του ότι, "η Ελλάς δοκίμασε τα δεινά του πολέμου, όπως ίσως καμία άλλη χώρα της Ευρώπης".
Για την επανόρθωση η Ελλάδα θα χρειαζόταν 33 φορές το εθνικό εισόδημα του 1946. Αυτό μετακατοχικά η Ελλάδα θα το αναζητούσε στον εξωτερικό
δανεισμό.
Από την άλλη πλευρά αυτή που αμφισβητεί και αρνείται την επιστροφή του κατοχικού δανείου είναι η μετά το 1990 ενωμένη και δημοκρατική
Γερμανία.
Αυτή όμως η συμπεριφορά, εκτός των άλλων, πλήττει βάναυσα τα μετακατοχικά φιλογερμανικά αισθήματα, όπως τα χαρακτήρισε ο καγκελάριος Κολ, του ελληνικού λαού και γι' αυτό ακέραια την ευθύνη φέρει η γερμανική κυβέρνηση.
Του Τάσου Μηνά Ηλιαδάκη**
Πηγές:
1. National Archires, Waschington, DC: Τ. 120/2481/Ε259713-715,
"Promemoria", 23.9.1942 και Τ-120/166/81370- 5,Altenburg-Berlin,
4.9.42).
2. Σωτ. Γκοτζαμάνης, κατοχικό δάνειο και δαπάναι κατοχής, Θεσ/κη
1954, σ. 5 Γ. Τσολάκογλου, Απομνημονεύματα, Αθήνα 1950, σ. 210, 212, 215, 218,
219, 234.
Κ. Λογοθετόπουλος, Ιδού η αλήθεια, Αθήνα 1948, σ. 49.
3. National Archives, ο.π.
4. Τ. Ηλιαδάκης, Οι επανορθώσεις και το γερματικό κατοχικό δάνειο, εκδ. Δετοράκη, Αθήνα 1997, σ. 83-101.
5. Ηλιαδάκης, σ. 111
Heinz Richter, Δύο επαναστάσεις και αντεπαναστάσεις στην Ελλάδα,
Εξάντας Αθήνα, 1975 σ. 155, 157.
6. Ηλιαδάκης ο.π.
7. Χ. Φλάισερ, Στέμμα και Σβάστικα, Παπαζήσης, Αθήνα (χ.χ.), Τ1, σ. 194.
8. W. Medlicott, The economic Blockade, Λονδίνο, 1959, Τ2, σ. 254.
Η. Βενέζης, Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, Εστία, Αθήνα, 1981, σ. 113.
9. Richter, Τ. σ. 155 σημείωση, 255, 257.
10. Γκοτζαμάνης, σ. 2 Τσολάκογλου, σ. 208-210.
11. Αρχεία ΥΠΕΞ, έκθεση Λαμπρούκου, σ. 9-11.
Λογοθετόπουλος, σ. 48, Τσολάκογλου, σ. 211, Γκοτζαμάνης, σ. 3, 23, 24, 31.
Α. Αγγελόπουλος, Οικονομικά Τ.Α., Παπαζήσης, Αθήνα 1974, σ. 142,
167, 179, 190, 191.
12. Τη δανειακή σύμβαση βλέπε• Ηλιαδάκης, σ. 297.
13. Αρχεία ΤΕ, φάκελος κατοχικού δανείου, σημείωμα Ι. Πασσιά και το έγγραφο 409/2.4.1942.
14. Αρχεία ΤΕ, φάκελος κατοχικού δανείου, σημείωμα Ι. Πασσιά, σ. 4.
15. Β. Μαθιόπουλος, "400 εκ. μάρκα μας χρωστά η Βόνη", Βήμα, 2.6.1991.
16. Ηλιαδάκης, σ. 158, 164, 171.
17. Ηλιαδάκης, σ. 200, 202, 203-205
Αγγελόπουλος, Οικονομικά, Τ. σ. 201-205, 209.
Βήμα 18.10.1966, σ. 7 έκθεση Α. Παπανδρέου και επιστολή Κάιζερ, σ.9, Πρακτικά Βουλής 28.5.1991 αγόρευση Α. Παπανδρέου.
18. Ηλιαδάκης, σ. 212-213.
19. Mark Mazower, Στην Ελλάδα του Χίτλερ, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1994, σ. 93.
20. G. Ciano, tagebucher 1939-1943 Βern 1946, σ. 353.
21. Γερμανοελληνικά Οικονομικά Νέα, Ιούνιος 1943, σ. 2.

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 25/1/2010 στην καθημερινή πρωινή
εφημερίδα της Κρήτης Η ΠΑΤΡΙΣ.
** Ο Τάσος Μ. Ηλιαδάκης είναι Μαθηματικός, Πολιτειολόγος, Δρ. Κοινωνιολογίας, καθηγητής Σχολής Εθνικής Ασφάλειας. Μέλος της Ελληνικής Επιτροπής στη διεθνή Συνδιάσκεψη για το χρυσό των Ναζί στο Λονδίνο το 1997, εισηγητής στην ελληνογερμανική διάσκεψη Δελφών το 1996 και στην Πανελλήνια Συνδιάσκεψη Αλεξανδρούπολης το 2005 για το Δημόσιο Χρέος.

Read more: http://infognomonpolitics.blogspot.com/2010/03/blog-post_8130.html#ixzz0q3tuGjJi